Δευτέρα 31 Αυγούστου 2015

On Todor Zhivkov' s Land - Post-communist Bulgaria


Ταξίδι στη χώρα του Ζήβκοφ

Περιοδικό Κ, Καθημερινή 19/12/2009

 

Τριάντα χρόνια σε μια παρτίδα τάβλι. Κάθε ζαριά και ένα flashback στην ιστορία της Βουλγαρίας. Από τη σκοτεινή περίοδο του «κομμουνιστή» ηγέτη Τοντόρ Ζίβκοφ, μέχρι την ανατροπή του καθεστώτος το 1989 και ύστερα τα πρώτα μετασοσιαλιστικά χρόνια. Το σενάριο της βουλγαρικής ταινίας με τίτλο «Ο κόσμος είναι μεγάλος και η σωτηρία παραμονεύει στη γωνία» δεν θα μπορούσε να παρακολουθεί καλύτερα την σπονδυλωτή και «τυχαία» πορεία της βουλγαρικής ιστορίας των τελευταίων δεκαετιών. Όλα σε μια ζαριά.

Η ταινία, η οποία θα διεκδικήσει το Όσκαρ καλύτερης ξένης παραγωγής για το 2010, εξέπληξε τους κριτικούς. Την χαρακτήρισαν «τρυφερή» και «έξυπνη», θυμίζοντας τη σχεδόν νοσταλγική ματιά με την οποία είχε αντιμετωπίσει το καθεστώς της πρώην Ανατολικής Γερμανίας η ταινία «GoodbyeLenin». Και όταν μιλάμε για νοσταλγία του παλαιού καθεστώτος οι Βούλγαροι είναι πρωταθλητές: Πρόσφατη έρευνα του αμερικανικού ιδρύματος PewResearch (στο οποίο προεδρεύει η Μάντλιν Ολμπράιτ) έδειξε ότι μόλις το 11% του πληθυσμού πιστεύει ότι η κατάσταση βελτιώθηκε μετά το 1989. Το 76% δηλώνει απογοητευμένο από τον τρόπο με τον οποίο συντελέστηκε το πέρασμα στη δημοκρατία ενώ το 54% προτιμά την ολοκληρωτική υπαγωγή της οικονομίας σε κρατικό έλεγχο.    

Παρόλα αυτά οι δημιουργοί της ταινίας υποστηρίζουν ότι δεν ήθελαν να δώσουν πολιτική χροιά στο έργο τους. «Είναι πάνω απ’ όλα μια τρυφερή, ανθρώπινη ιστορία» μου λέει η ελληνικής καταγωγής πρωταγωνίστρια Ανι Παπαδοπούλου – ένα από τα ανατέλλοντα αστέρια του σύγχρονου βουλγαρικού θεάτρου αλλά και του κινηματογράφου. Συναντηθήκαμε στα καμαρίνια του εθνικού θεάτρου της Σόφιας ενώ προετοιμαζόταν για την πρόβα τζενεράλε της τελευταίας της παράστασης. Με είχε προειδοποιήσει ότι θα χρειαστούμε μεταφραστή καθώς οι γονείς της, παλιοί πολιτικοί πρόσφυγες, δεν θέλησαν να της μάθουν ελληνικά. Η Ελλάδα τους είχε προδώσει πολλές φορές και πίστεψαν ότι έτσι ίσως να την προστάτευαν από περισσότερα προβλήματα. Η οικογένειά της ήρθε στην Ελλάδα με την μικρασιατική καταστροφή και εγκαταστάθηκε στο Βόλο. Από εκεί θα ξεκινούσε όμως η δεύτερη προσφυγιά. «Ο προπάππους μου ήταν παπάς και τον αποκεφάλισαν οι φασίστες (στον εμφύλιο)» μου λέει η Ανι και συνεχίζει: «ο παππούς μου ήταν κομμουνιστής και είχε στην πλάτη του τρείς θανατικές καταδίκες. Αφού πέρασε από διάφορα στρατόπεδα συγκέντρωσης κατάφερε να διαφύγει στη Βουλγαρία όπου του πρόσφεραν μια δουλειά και ένα διαμέρισμα». Ή Ανι ζητούσε από μικρή να δει την Ελλάδα αλλά ο παππούς της κάθε φορά την απέτρεπε. «Όλες οι χώρες είναι ίδιες» της έλεγε «όλες έχουν ανθρώπους, σπίτια και δέντρα». Ακόμη και οι γονείς της όμως δεν ήθελαν να πατήσουν σε ελληνικό έδαφος μέχρι και πριν από μερικά χρόνια. «Φοβόντουσαν ότι θα τους εντοπίσουν στους φακέλους της ασφάλειας» θυμάται η Ανι. Την ημέρα που τη συνάντησα, όμως, ο πατέρας της και η μητέρας της είχαν έρθει εκδρομή στην Ελλάδα. «Τους μίλησα χτες στο τηλέφωνο και περνάνε μια χαρά» μου λέει γελώντας.

Ασώματος η προτομή : Βγαίνοντας από το εθνικό θέατρο θα συναντήσω έναν παλιό γνώριμο με επίσης «ελληνικό» παρελθόν. Με τον Μπόικο Μπορίσοφ (συνονόματο του σημερινού πρωθυπουργού της Βουλγαρίας) είχαμε συνεργαστεί στο παρελθόν στην Ελληνική Υπηρεσία του BBC. Αυτή τη φορά όμως θέλω να τον γυρίσω μερικές δεκαετίες πιο πίσω, όταν εργαζόταν για το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων της Βουλγαρίας, αρχικά στη Σόφια και στη συνέχεια ως ανταποκριτής στην Ελλάδα. Μου διηγείται ιστορίες για την ενημέρωση στα χρόνια του λεγόμενου σοσιαλισμού, όταν το πρακτορείο ετοίμαζε δυο δελτία ειδήσεων: ένα για το λαό και ένα με όλες τις πραγματικές εξελίξεις για τα υψηλόβαθμα στελέχη του κομμουνιστικού κόμματος. Θυμάται ακόμη το πρώτο του ρεπορτάζ όταν τον έστειλαν να καλύψει μια επίσημη συνάντηση του Ζίβκοφ με τον Μοαμάρ Καντάφι. «Το κασετοφωνάκι μου για κάποιο λόγο δεν έγραψε τίποτα» μου λέει γελώντας «και αν δεν μου είχαν δώσει οι Λίβυοι συνάδελφοι μια κόπια των δηλώσεων σήμερα δεν θα μίλαγες με δημοσιογράφο, θα είχα βρει άλλη δουλειά». Συνεχίζουμε τη συζήτησή μας καθώς ο Μπόικο μου προσφέρει μια ιδιότυπη ξενάγηση σε… ανύπαρκτα μνημεία της βουλγαρικής πρωτεύουσας. Ένας απλός τουρίστας θα είχε κόψει τις φλέβες του από ανία, εγώ όμως την βρίσκω συναρπαστική. Περνάμε από περιοχές όπου πριν από λίγα χρόνια εκτελέστηκαν ορισμένοι από τους πλουσιότερους ανθρώπους της Βουλγαρίας – την εποχή δηλαδή που η βουλγαρική μαφία δεν είχε φορέσει ακόμη το μανδύα του νομοταγή επιχειρηματία. Σταματάμε για λίγο στην κεντρική πλατεία της πόλης, στο σημείο όπου κάποτε κυριαρχούσε το μαυσωλείο του κομμουνιστή ηγέτη Δημητρώφ. Σήμερα συναντάς μόνο μια πέτρινη στήλη που διαφημίζει μια μεγάλη ελληνική τράπεζα. Όταν τοποθετήθηκε πρέπει να έμοιαζε με σύμβολο της ανερχόμενης οικονομίας και της ένταξης στην οικονομία της ΕΕ. Σήμερα θυμίζει μνημείο στους πεσόντες της χρηματοπιστωτικής κρίσης, τους εκατοντάδες χιλιάδες κατοίκους της χώρας που βρέθηκαν κάτω από το όριο της φτώχειας. Η ξενάγηση στα μη –μνημεία της Σόφιας ολοκληρώνεται σε ένα μικρό δασάκι στα περίχωρα της πόλης. Ο Μπόικο μου δείχνει μερικές πέτρινες στήλες στις οποίες κάποτε έστεκαν προτομές ηρώων του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Κάποιοι πέταξαν τα αγάλματα και γέμισαν  τα μάρμαρα με γκράφιτι. «Βλέπετε αγαπητέ συνάδελφε» μου λέει «έτσι τιμούν ορισμένοι όσους πολέμησαν το φασισμό».

Μια νύχτα στη Σόφια : Το βράδυ αποφασίζω να γνωρίσω μόνος τη νυχτερινή ζωή της μετα-σοσιαλιστικής Σόφιας. Θα μπορούσα να κατευθυνθώ προς τα υπερπολυτελή κλαμπ, με την ελπίδα ότι το ελληνικό διαβατήριο και η δημοσιογραφική ταυτότητα θα μου άνοιγαν τις πύλες στα κλαμπ - στρατηγεία της VIP νεολαίας. Θα μπορούσα επίσης να δοκιμάσω την τύχη μου στα δεκάδες καζίνο ή τα ροζ στέκια της πόλης. Προτιμώ όμως να κινηθώ προς την περιοχή του Στουντέντσκι Γκραντ, ένα «δάσος» με παλιά μπλοκ πολυκατοικιών, σοσιαλιστικού τύπου, που σταδιακά μετατρέπεται στο επίκεντρο της νυχτερινής ζωής. Η «πόλη των φοιτητών», όπως την αποκαλούν, φιλοξενεί ακόμη τα μεγάλα πανεπιστήμια και τις φοιτητικές εστίες. Σταδιακά όμως προσελκύει και νεολαίους που θέλουν ένα φτηνό διαμέρισμα με «χαρακτήρα» - κάτι σα να οδηγείς ένα παλιό «σοσιαλιστικό» τράμπαντ στο ανατολικό Βερολίνο.  Ο οδηγός του ταξί που με πηγαίνει στο Στουντέντσκι Γκραντ μου προσφέρει μια ακόμη έκπληξη. Πριν από μερικά χρόνια ήταν προγραμματιστής σε μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες λογισμικού της Βουλγαρίας αλλά τα παράτησε για να πιάσει το τιμόνι. Θυμάται τις ημέρες που, ως φοιτητής ακόμη, κατέβαινε στις μεγάλες διαδηλώσεις του 1989 που προηγήθηκαν της ανατροπής του καθεστώτος. Παρόλα αυτά δεν πιστεύει ότι ο Ζίβκοφ ανατράπηκε από κάποιου είδους λαϊκή εξέγερση. «Ήταν μια εσωτερική υπόθεση του κόμματος» μου λέει «όλες οι εξελίξεις πραγματοποιήθηκαν από ανθρώπους μέσα στην κυβέρνηση που κατείχαν ισχυρές θέσεις και έπεισαν τον Ζίβκοφ να παραιτηθεί από την εξουσία». Αρκετοί ακόμη από τους ανθρώπους που θα γνωρίσω στη Σόφια φαίνεται να συμμερίζονται αυτή την άποψη. Λες και τα στελέχη του κόμματος, πριν αποχωρήσουν, ρευστοποίησαν την εξουσία τους σε λεφτά και ύστερα ξαναγόρασαν μια θέση στο νέο πολιτικό σκηνικό. Ο κόσμος της Βουλγαρίας είναι σίγουρα μεγάλος. Το αν η σωτηρία παραμονεύει, όμως, στη γωνία μένει να αποδειχθεί 

Η εγγονή του Ζιβκοφ μιλά στο «Κ» : Ο τελευταίος κομμουνιστής ηγέτης Τοντόρ Ζίβκοφ φαίνεται ότι άφησε πίσω του μια μάλλον περίεργη οικογένεια. Ένα από τα εγγόνια του, ο Τοντόρ Σλάβκοφ, πέρασε πριν από μερικούς μήνες από το βουλγαρικό BigBrother, όπου το κοινό ψήφισε για να τον απομακρύνει από τις πρώτες ημέρες. Ο γαμπρός του, Ιβάν Σλάβκοφ, από επίλεκτο μέλος της βουλγαρικής νομενκλατούρας μετά το 1989 έγινε βαρόνος του αθλητισμού ενώ διετέλεσε και πρόεδρος της ολυμπιακής επιτροπής. Η μοναδική απόγονος του Ζίβκοφ που δοκίμασε με επιτυχία τον πολιτικό στίβο ήταν η εγγονή του πρώην ηγέτη, Ευγενία Ζίβκοβα, η οποία διατέλεσε βουλευτής του σοσιαλιστικού κόμματος. Σήμερα πάντως διευθύνει έναν από τους μεγαλύτερους οίκους μόδας της Βουλγαρίας.

 
Η ανατροπή του καθεστώτος στη Βουλγαρία προήλθε από λαϊκή εξέγερση ή, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι, από εσωτερικές διεργασίες ή εξωτερικές πιέσεις.

Πιθανώς πρόκειται για συνδυασμό όλων αυτών. Αναμφισβήτητα οι εξωτερικές πιέσεις έπαιξαν σημαντικό ρόλο καθώς στα τελευταία χρόνια του σοσιαλισμού σημειώθηκαν εξελίξεις, λόγω των οποίων ήταν αδύνατον για τις σοσιαλιστικές χώρες να συνεχίσουν την ομαλή εξέλιξη τους χωρίς στενή συνεργασία με τη Δύση. Εξελίξεις, που σε τελική ανάλυση οδήγησαν και στην κατάρρευση του σοσιαλισμού. Δυστυχώς, τα άτομα που ανέλαβαν την μετάβαση προς τη δημοκρατία και την ελεύθερη αγορά, στις αρχές της δεκαετίας του ‘90, φέρουν ιστορική και πολιτική ευθύνη για την ανεξέλεγκτη αποκρατικοποίηση που είχε σαν συνέπεια να χαθούν και να καταληστευτούν όσα είχαν δημιουργήσει με κόπο οι προηγούμενες γενιές. 

To 1989 η Βουλγαρία κέρδισε τη δημοκρατία και άνοιξε το δρόμο για την ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Υπάρχει παρόλα αυτά κάτι που θα κρατούσατε από το προηγούμενο καθεστώς;

Η Βουλγαρία έχασε ορισμένα κοινωνικά πλεονεκτήματα όπως η δωρεάν υγειονομική περίθαλψη και η δημόσια παιδεία. Ιδιαίτερα αισθητά είναι τα προβλήματα στην Παιδεία, με συνεχή πτώση του επιπέδου κατάρτισης και αυξανόμενα επίπεδα αναλφαβητισμού. Αντί να πάρουμε σαν βάση τα θετικά στοιχεία από τη δημόσια παιδεία στην εποχή του σοσιαλισμού, προχωράμε σε αδιάκοπες μεταρρυθμίσεις του εκπαιδευτικού συστήματος κάθε δύο-τρία χρόνια, με πολύ αρνητικά αποτελέσματα. Πολλά χάθηκαν όμως και στον αγροτικό τομέα. Παρά τις συχνές και πολλές φορές, άσκοπες αλλαγές, η Βουλγαρία διέθετε πριν από το 1989 αρκετά αναπτυγμένο και σταθερό αγροτικό τομέα, ο οποίος όχι μόνο κάλυπτε τις ανάγκες της ντόπιας αγοράς αλλά έκανε και εξαγωγές. Δυστυχώς, αντί για εξαγωγείς, σήμερα είμαστε εισαγωγείς.

Πως θυμάστε σήμερα τον παππού - σας και τελευταίο κομμουνιστή ηγέτη Τοντόρ Ζίβκοφ;

Δεν είναι εύκολο να μιλάς για τους δικούς σου ανθρώπους. Θα μείνει για πάντα στη μνήμη μου σαν μεγάλος πολιτικός και πολιτειακός ηγέτης. Δυστυχώς, οι σύγχρονοι αναλυτές και ιστορικοί αλλά και το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Βουλγαρίας δεν το αναγνωρίζουν. Το όνομα του Ζίβκοφ δεν αναφέρεται καν. Σαν να μην είχε εκείνος την ευθύνη για την τύχη του κόμματος και της χώρας για 33 ολόκληρα χρόνια. Όλα τα θετικά στοιχεία από την εποχή του σοσιαλισμού, αποδίδονται σήμερα μόνο στο σοσιαλιστικό κόμμα (λες και αυτό δεν είχε αρχηγό τότε), ενώ για όλα τα αρνητικά επιρρίπτεται προσωπική ευθύνη στον τέως ηγέτη του κόμματος.

Πως αποφασίσατε να περάσετε από την πολιτική στην διαχείριση ενός μεγάλου οίκου μόδας;

Η εταιρεία μου πηγαίνει αρκετά καλά ακόμη και εν μέσω της οικονομικής κρίσης. Απαιτεί όμως πολύ περισσότερο χρόνο απ' όσο μπορούσα να διαθέσω  εγώ στη διάρκεια των προεκλογικών εκστρατειών, που διαδέχονταν η μια την άλλη στα τελευταία χρόνια.





 

Σάββατο 29 Αυγούστου 2015

Post-communist Albania, religion area


Σταύρος Τζίμας, «Κι άλλα σύννεφα έφερε το γκρέμισμα του ναού», Η Καθημερινή 29/8/2015×


Το γκρέμισμα από τις αλβανικές Αρχές του ναού του Αγίου Αθανασίου στους Δρυμάδες Χειμάρρας προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από την πλευρά της χριστιανικής κοινότητας της Αλβανίας και συσσώρευσε και άλλα σύννεφα στις ήδη αρνητικά φορτισμένες ελληνοαλβανικές σχέσεις. ΤΙΚΕΤΕΣ:

Η κατεδάφιση μιας εκκλησίας αποτελεί σε κάθε περίπτωση βάναυση πρόκληση στο θρησκευτικό αίσθημα των πιστών, μπορεί όμως να προκαλέσει και ισχυρές αναταράξεις στις διακρατικές σχέσεις. Και τα δύο αυτά έγιναν με το γκρέμισμα από τις αλβανικές Αρχές του ορθόδοξου χριστιανικού ναού του Αγίου Αθανασίου στο χωριό Δρυμάδες στην περιοχή της Χειμάρρας, ενέργεια που πυροδότησε ένταση στην ορθόδοξη χριστιανική κοινότητα της Αλβανίας και συσσώρευσε και άλλα σύννεφα στις ήδη αρνητικά φορτισμένες ελληνοαλβανικές σχέσεις. Για τους ορθόδοξους χριστιανούς της Αλβανίας, ο Αη-Θανάσης ήταν αναπόσπαστο κομμάτι της προαιώνιας θρησκευτικής τους παρουσίας στη Χειμάρρα και δεν τον εγκατέλειψαν ποτέ, ακόμη και στις πιο μαύρες μέρες, όταν το 1972 το καθεστώς Χότζα τον κατέστρεψε, μαζί με εκατοντάδες άλλες εκκλησίες και μοναστήρια στην Αλβανία. Τις νύχτες, κρυφά και με κίνδυνο να βρεθούν στο εκτελεστικό απόσπασμα, πιστοί, Ελληνες της Χειμάρρας αλλά και Αλβανοί, άναβαν ένα κερί και άλλοι, πιο τολμηροί, τελούσαν εν ριπή οφθαλμού έναν άτυπο γάμο ή έκαναν μια (αερο)βάπτιση.
Ωσπου, το 1992, όταν το καθεστώς κατέρρευσε, οι πιστοί έχτισαν όπως όπως, χωρίς άδεια, όπως οι πάντες λειτουργούσαν τότε στην Αλβανία, έναν πρόχειρο ναό για τις λατρευτικές τους ανάγκες, με την προσδοκία ότι σε βάθος χρόνου θα τον ολοκληρώσουν.

Είκοσι τρία χρόνια αργότερα, στις αρχές Αυγούστου, το υπουργείο Πολιτισμού της Αλβανίας ανακοινώνει ότι σχεδιάζει να αναστηλώσει στην αρχική του μορφή τον παλαιό ναό, τον οποίο κατατάσσει στα μνημεία πολιτισμού της χώρας, και στέλνει συνεργείο της πολεοδομικής αστυνομίας, που γκρεμίζει το κτίσμα των πιστών, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις σε τοπική κοινωνία, Τίρανα και Αθήνα. Στους επίσημους ισχυρισμούς περί «μνημείου πολιτισμού» αντιτάχθηκε με σφοδρότητα η Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας, που κατήγγειλε ως βεβήλωση την κατεδάφιση, τονίζοντας πως η εκκλησία των Δρυμάδων αποτελεί με νόμο ιδιοκτησία της και δεν βρίσκεται σε καμία λίστα μνημείων πολιτιστικής κληρονομιάς.

Ισως, εάν η υπόθεση εξελισσόταν σε κάποια άλλη περιοχή της Αλβανίας, να μην είχε λάβει τέτοιες διαστάσεις. Στη Χειμάρρα όμως η ατμόσφαιρα, ιστορικά φορτισμένη, ηλεκτρίζεται με το παραμικρό, καθώς εμπλέκεται ενστικτωδώς, κάθε φορά που ανακύπτει ένα ζήτημα τριβής, και η εθνοτική παράμετρος, με την ελληνική μειονότητα να τη θεωρεί προπύργιό της και τον αλβανικό εθνικοπατριωτισμό να επιμένει πως αποτελεί κοιτίδα του. Αυτή η πτυχή δεν θα μπορούσε να εκλείψει ούτε και τώρα. Ετσι, σε μια προσπάθεια να προβληθεί η θεωρία περί «ιστορικά αμιγώς αλβανικής» Χειμάρρας, επιστρατεύθηκε από μερίδα της πολιτικής και πνευματικής ελίτ ένας ρωμαιοκαθολικός ιεραπόστολος του 17ου αιώνα, ονόματι Nilo Catalano, ο οποίος φέρεται να λειτούργησε την εποχή εκείνη σχολεία στην αλβανική γλώσσα, γεγονός που, σύμφωνα με το σχετικό αφήγημα, αποδεικνύει την προαιώνια παρουσία του αλβανικού στοιχείου. Προσαρμοζόμενο στις τωρινές συνθήκες το αφήγημα, που είδες το φως σε μερίδα του αλβανικού Τύπου, θέλει τους χριστιανούς ορθόδοξους, Ελληνες μειονοτικούς στην πλειονότητά τους, να έχτισαν το παράνομο «γκαράζ», όπως το αποκάλεσε ακόμη και ο πρωθυπουργός Ράμα (!), για να καλύψουν τον τάφο του ιεραπόστολου και να εξαφανίσουν έτσι στοιχεία που κατ’ εκείνους ενισχύουν την θεωρία ότι στη Χειμάρρα ανέκαθεν κυριαρχούσε το αλβανικό στοιχείο. Δεν είναι καινούργιο αυτό το αφήγημα. Οταν το 1999 ο UCK κατέλαβε με τη βοήθεια του ΝΑΤΟ το Κόσοβο, φανατικοί Αλβανοί αξίωναν να κατεδαφιστούν τα ιστορικά χριστιανικά μοναστήρια και οι εκκλησίες, για να αποκαλυφθεί ότι κάτω από αυτά υπήρχαν στοιχεία που δήθεν αποδείκνυαν ότι οι Αλβανοί προϋπήρχαν των Σέρβων... Η διεθνής ειρηνευτική δύναμη πρόλαβε και ανέπτυξε γύρω από αυτά ενόπλους και, τελικά, τα έσωσε.

Η κατεδάφιση του ναού του Αγίου Αθανασίου προκάλεσε την ανταλλαγή σκληρών δηλώσεων σε Αθήνα και Τίρανα –την καταδίκασαν το ΚΕΑΔ και η ΟΜΟΝΟΙΑ–, με τον εκπρόσωπο του ΥΠΕΞ Κωνσταντίνο Κούτρα να κάνει λόγο για «τζιχαντισμό» και για «αχαριστία από ευεργετηθέντα», ενώ ο Εντι Ράμα, με το σύνηθες αλαζονικό του ύφος, είπε πως «θα πάρει λίγο καιρό στην Ελλάδα να καταλάβει ότι η Αλβανία δεν δέχεται κηδεμόνα». Ο τέως πρωθυπουργός Σαλί Μπερίσα μίλησε για «κρατικό έγκλημα», όμοιο με αυτό του Χότζα, εις βάρος των θρησκευτικών ελευθεριών, και επιτέθηκε ευθέως εναντίον του Ράμα, στον οποίο υπενθύμισε καταγγελία στη Βουλή του Φατός Νάνο, σύμφωνα με την οποία, όταν στη δεκαετία του 1990 ζούσε (σ.σ. ο Ράμα) στο Παρίσι, ασχολήθηκε με πωλήσεις κλεμμένων εικόνων από εκκλησίες της Αλβανίας. «Πρόκειται για απαίσια πράξη, για επιστροφή της μαύρης εποχής του 1967 της κομμουνιστικής δικτατορίας, όταν οι Χότζα, Αλία, αλλά και ο πατέρας του σημερινού πρωθυπουργού, Κριστάκ Ράμα, προχώρησαν στην κατεδάφιση χιλιάδων εκκλησιών, τζαμιών και τεκέδων σε όλη τη χώρα. Χιλιάδες εικόνες, ιερά βιβλία και άλλα αντικείμενα αξίας των χώρων λατρείας καταληστεύτηκαν και εξαφανίστηκαν από τις συμμορίες του Χότζα», είπε.