Πέμπτη 13 Οκτωβρίου 2016

Rick Beyer: Ho Chi Minh



Rick Beyer,  Συναρπαστικές πολεμικές ιστορίες που δεν ειπώθηκαν ποτέ

Ο εχθρός των ΗΠΑ που έγινε έγινε αιτία να σκοτωθούν 60 χιλιάδες στρατιώτες. Οι Αμερικάνοι του είχαν σώσει τη ζωή, αλλά αρνήθηκαν να τον στηρίξουν. Έγινε τραγούδι από τον Σαββόπουλο.
Το 1945 μια αμερικανική κατασκοπευτική ομάδα με κωδικό όνομα Ντιρ, που σημαίνει ελάφι, έπεσε με αλεξίπτωτο στις ζούγκλες της Ασίας για να βοηθήσει αντάρτες που μάχονταν εναντίον των Γιαπωνέζων. Βρήκαν τον αρχηγό των ανταρτών, Νικγουγέν Σιχ Κουγκ, σοβαρά άρρωστο από ελονοσία και δυσεντερία. «Αυτός ο άνθρωπος δεν έχει πολλή ζωή ακόμη σ’αυτόν τον κόσμο,» δήλωσε ο γιατρός της ομάδας, αλλά τελικά κατάφερε να τον σώσει. Ο ευγνώμων αρχηγός συμφώνησε να τους συγκεντρώσει πληροφορίες και να σώζει Αμερικανούς πιλότους που καταρρίπτονταν με αντάλλαγμα πυρομαχικά και όπλα. Oι Αμερικάνοι έσωσαν τη ζωή του Νγκουγέν Σινχ Κουνγκ Ο Νγκουγέν Σινχ Κουνγκ με μέλη της ομάδας που του έσωσαν τη ζωή Η ομάδα πρότεινε να συνεχίσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες να υποστηρίζουν τον Κουνγκ και μετά τον πόλεμο, αλλά η πρόταση τους θεωρήθηκε πολύ αμφιλεγόμενη και αγνοήθηκε. Τον επόμενο χρόνο, ο αρχηγός των ανταρτών παρακάλεσε τον πρόεδρο Τρούμαν να υποστηρίξει το κίνημά τους για να κερδίσουν την ανεξαρτησία τους από τους Γάλλους. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ αποφάσισε ότι δεν συμφωνούσε με την πολιτική του Κουνγκ.
Ο Χο Τσι Μινχ γεννήθηκε το 1890 Ο Χο Τσι Μινχ γεννήθηκε το 1890 Ο Νγκουγέν Σινχ Κουνγκ ήταν επίσης γνωστός και με ένα άλλο όνομα: Ο «Διαφωτιστής». Στα βιετναμέζικα: Χο Τσι Μινχ. Στη δεκαετία του 1920, ο Χο εργάστηκε βοηθός σερβιτόρου στο ξενοδοχείο Parker House στη Βοστόνη, με στόχο να μάθει και να κατανοήσει τη Δύση. Στη συνθήκη των Βεερσαλλιών προσπάθησε να μιλήσει για το λαό του αλλά δεν τον άκουσαν. Πήγε με αυτούς που μοιράστηκαν την αγωνία και άκουσαν τα προβλήματά του. Έγινε κομμουνιστής και εξαιρετικός στρατιωτικός. Το 1954 ήταν πια πρόεδρος του ανεξάρτητου Βόρειου Βιετναμ. Τη δεκαετία του 1960, ο άλλοτε σύμμαχος των ΗΠΑ έγινε ο υπ’αριθμόν ένα εχθρός της Αμερικής. Εξήντα χιλιάδες Αμερικανοί σκοτώθηκαν στον πόλεμο του Βιετνάμ, αφού σκότωσαν πολλούς περισσότερους Βιετναμέζους. Πολέμησαν έναν πρώην σύμμαχο που του είχαν σώσει τη ζωή, αλλά δεν προσπάθησαν ποτέ να τον καταλάβουν και να μοιραστούν το όραμά του για τον λαό και την πατρίδα του. Στην Ελλάδα μάθαμε το όνομά του από το περίφημο τραγούδι του Διονύση Σαββόπουλου: Βιετνάμ γιε γιε...

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2016

Deutsche Welle: We must explain democracy



Deutsche Welle, «Πρέπει να εξηγούμε τη δημοκρατία», 3/10/2016
Σαφείς και εν μέρει μεγάλες διαφορές μεταξύ ανατολικής και δυτικής Γερμανίας διαπιστώνει ο πρώην πρόεδρος της γερμανικής Βουλής Βόλφγκανγκ Τίρζε, με αφορμή τη συμπλήρωση 26 χρόνων από τη Γερμανική Επανένωση.  Οι διαφορές αυτές όπως είπε σε συνέντευξή του στη Γερμανική Ραδιοφωνία DLF με αφορμή τους εορτασμούς για την αυριανή 26η επέτειο της Επανένωσης των δυο Γερμανιών, δεν αφορούν μόνον την οικονομία. Στην ανατολική Γερμανία είναι ένα αρκετό πιο συχνό φαινόμενο και η ακροδεξιά βία, όπως επισήμανε: «Καταρχήν θα πρέπει να πει κανείς ότι δεν υπάρχει κανένα απολύτως επιχείρημα οικονομικής ή κοινωνικής φύσης που να δικαιολογεί τη βία, είτε στην ανατολική είτε στη δυτική Γερμανία. Είναι πάντα δύσκολο να εξηγήσει κανείς τι συμβαίνει στην ανατολική Γερμανία γιατί όποιος το κάνει επιχειρεί να δείξει κατανόηση. Αυτό δεν επιτρέπεται. (…) Φυσικά και υπάρχουν διαφορές μεταξύ ανατολικής και δυτικής Γερμανία, τα οικονομικά δεδομένα είναι σαφή: η παραγωγικότητα είναι χαμηλότερη, όπως επίσης τα εισοδήματα και οι μισθοί ενώ ιδιαίτερο είναι και το συνταξιοδοτικό πρόβλημα. Όλα αυτά εξηγούν τις διαφορές που υπάρχουν στο γενικότερο κλίμα, όχι όμως και τη βία που ενίοτε κλιμακώνεται εκεί».
Οι Ανατολικογερμανοί να ασκήσουν αυτοκριτική: Η Επανένωση επέφερε σε πολλούς ανθρώπους κοινωνική, ηθική αλλά και πολιτική ανασφάλεια, εκτιμά ο Β. Τίρζε. Σύμφωνα με τον Βόλφγκανγκ Τίρζε, αναλογικά με τον πληθυσμό η ακροδεξιά βία στην ανατολική Γερμανία είναι τέσσερις με πέντε φορές υψηλότερη σε σχέση με τη δυτική. «(…) Αυτό θα πρέπει να το λάβουν υπόψη τους όλοι οι πρωθυπουργοί των ανατολικών κρατιδίων αλλά και πολλοί δημοσιογράφοι που επιχειρούν να το σχετικοποιήσουν. Ως Aνατολικογερμανός λέω ότι θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε την εξέλιξή μας με διάθεση αυτοκριτικής». Πού οφείλεται όμως αυτή η διαφορετική εξέλιξη των πολιτών της ανατολικής Γερμανίας; Συχνά πολλοί ειδικοί επικαλούνται ιστορικούς λόγους, ωστόσο ο βετεράνος πολιτικός των Σοσιαλδημοκρατών Τίρζε διαφωνεί με αυτή την προσέγγιση: «Όπως προανέφερα δεν πρόκειται να προσπαθήσω να δικαιολογήσω τη βία, αυτό δεν γίνεται. Εάν όμως δω το διαφορετικό κλίμα που υπάρχει, τις εκλογικές επιτυχίες των AfD, Pegida, NPD και άλλων, για να το καταλάβει κανείς αυτό (…) θα πρέπει να ανατρέξει στις ριζικές αλλαγές που επέφερε το 1990. (Η Επανένωση) επέφερε σε πολλούς ανθρώπους κοινωνική, ηθική αλλά και πολιτική ανασφάλεια. Στην πρώην Ανατολική Γερμανία ήμασταν αποκλεισμένοι και δεν είχαμε μάθει να συναναστρεφόμαστε με τους ξένους και το ξένο. Σε αυτό οι Δυτικογερμανοί έχουν ένα ασύγκριτο πλεονέκτημα».
Περί δημοκρατικής αντίληψης: Ακριβώς γι΄ αυτό το λόγο, όπως λέει, ακροδεξιοί ιδεολόγοι μετακόμισαν στην ανατολική Γερμανία «για να ξεκινήσουν από εκεί την προπαγάνδα τους. Όλα αυτά είναι διάφοροι παράγοντες που συνέβαλαν στο να υπάρχει στην ανατολική ένα διαφορετικό κλίμα από ότι στη δυτική Γερμανία, ειδικά όσον αφορά τη μεταχείριση αλλοδαπών. Το πιο τρελό είναι ότι τα μεγαλύτερα ποσοστά ξενοφοβίας στην ανατολική Γερμανία καταγράφονται εκεί όπου ζουν οι λιγότεροι αλλοδαποί». Σύμφωνα με τον Βόλφγκανγκ Τίρζε μια από τις προτεραιότητες των πολιτικών θα πρέπει να είναι να εξηγούν καλύτερα τις βασικές αρχές της δημοκρατίας. «Δημοκρατία σημαίνει συμβιβασμός, κανείς δεν μπορεί να επιβάλει τις απόψεις του, πόσο μάλλον με τη χρήση βίας. Η δημοκρατία μπορεί να είναι αργή, κοπιαστική και να απαιτεί υπομονή, αλλά γι΄ αυτό ακριβώς επιτρέπει τη συμμετοχή περισσότερων στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Αυτό θα πρέπει να εξηγείται κάθε τόσο στους ανθρώπους και να τονίζεται ότι το να κάθεστε σπίτι, να φωνάζετε και να περιμένετε θαύματα (…) δεν φέρνει κανένα αποτέλεσμα. Εάν δεν το εξηγούν αυτό κάθε τόσο (…) οι δημοκράτες και τα μέσα ενημέρωσης, τότε θα συνεχίσουμε να έχουμε τέτοιου είδους συγκρούσεις».

DLF / Κώστας Συμεωνίδης

Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2016

Visar Zhiti: Spaç (the albanian gulag)



Visar Zhiti
Spaç

Male prapë, përpara, pas, anash, në anën tjetër, lart, Dhe pas maleve, male të tjera, shkulme të gurta pa fund. Kurrë nuk i kisha ndier kaq kundër njëriut, edhe pse nëpër librat tanë malet vërehen si aleate të historisë së kombit... ashtu si dimri rus për rusët.
Jam në burg a sipër tij, apo fare poshtë? Po kjo rrugë si përqeshje e pëerroit, ku vete? Kamionë, ja, ja... Me çfarë janë, me ushtarë? Jo, jo, me gurë. Me mineral... Në të kundërt me ikjen e tyre, nga andej duhet të na kishin sjellë, me atë autoburgun barbar. Na shkarkuan dhe po na shkyçnin prangat. Na kishin vënë në rresht pranë një gardhi të dendur telash me gjemba, që vazhdonte tej, kaptonte mbi njërin mal dhe bashkohej me rrethimin qe s’merrej vesh si ishte ashtu. Rrathë të shtrembër telash me gjemba. Dhe mure. Ngrehina të zhveshura. Lëvrinin ushtarakë, hynin, me mëngë të përveshura, të zbërthyer, vapë, prapa kthehu, armë lër! Edhe ata si prej muri... lëvizës. Dhe gumëzhima... si e tensionit të lartë, rrymë elektrike nëpër telat me gjemba. Vinte si nga fundet. Kishte qënë, por jo, ishte tjetër, jo ajo që më kishte mbetur nga gumëzhima e ashpër e autoburgut... sh-sh-sh-sh... një si zhurmë shiu, pa shiun. E gjallë. Ktheva kokën paksa. Desha të shikoja gumëzhimën andej.
Grupe të burgosurish, të vërtetë, të lashtë. Mëkatarët politikë, ashtu të veshur njëlloj si me lëkura të rrjepura mali, ngjyrë dheu, me vija si vraga të zeza -rrahje të shkopit të gomës- ku hijezohej përroi i skëterrtë, humbamen dhe rruga, ah rruga...! Gjithë ai pikëllim i shpërndarë njëlloj nëpër ato qenie prej resh, padurueshmërisht prej resh. Ranë nga honi i qiellit? Po unë, kur të më flakin mes tyre, a do t’i njoh ndonjëherë nga pas këta njerëz që veç treten, treten te njëri-tjetri në këtë oborr të pamëshirshëm, pa asnjë fije bari, as edhe një gur, por shkretim, një shkelje e njësuar këmbësh.
Po më dilte gumëzhima si një mister, si një frikë tjetër. A do ta gjej dot ndonjëherë se ç’ emra kanë këto kurrize me gunga, të shtrembra, të drejta, supe të rëna, qafa të zhvoshkura dhe kokë të qethura si të mbuluara me copa nga ky oborr, a do të aftësohem, vallë, të dalloj shpinën e bashkëvuajtësit nga ajo e hijes sime? Turma është e frikshme, është dhe s’ është më njëriu brenda saj.
O Zot! Të mërmëritësh dhe atje ku Zoti është i ndaluar. Tërë këta të burgosur, tmerrësisht të atyshëm, prej vitesh e vitesh, prej shekujsh, dëshpërimisht të vërtetë e të tharë, a qeshin donjeherë?

(nga Rrugët e ferrit)

Κυριακή 12 Ιουνίου 2016

Το αλβανικό γκουλάγκ (The albanian gulag: a synopsis)

Το αλβανικό γκουλάγκ (The albanian gulag: a synopsis)
Αχιλλέας Σύρμος
«Η φυλακή είναι η ποινή κάθε πολιτισμένης κοινωνίας»[1]  υποστήριζε στα 1829 στην πραγματεία του Περί Ποινικού Δικαίου ο P. Rossi, ένας διακεκριμένος ποινικολόγος των αρχών του 19ου αιώνα. Εκατόν πενήντα χρόνια αργότερα, ο Γάλλος φιλόσοφος Michel Foucault θα επιχειρήσει να επαναπροσδιορίσει τη θέση και το ρόλο του συγκεκριμένου θεσμού. Μέσα από το μνημειώδες έργο του Επιτήρηση και τιμωρία, δικαιώνει την άποψη του Rossi διότι, πράγματι, η φυλακή σηματοδοτεί τη μετάβαση του γαλλικού μετα-επαναστατικού ποινικού συστήματος σε ηπιότερες μορφές κολασμού. Η φυλακή αντικαθιστά τη φρίκη των μεσαιωνικών δημόσιων βασανιστηρίων[2].
Ένα ποινικό απότοκο του θεσμού της φυλακής, το στρατόπεδο συγκεντρώσεως ή καταναγκαστικής εργασίας, το οποίο γεννήθηκε και διαμορφώθηκε σε δύο εκ διαμέτρου αντίθετα -ως προς την ιδεολογική τους ταυτότητα- ολοκληρωτικά καθεστώτα, της Σοβιετικής Ένωσης και της Εθνικοσοσιαλιστικής Γερμανίας, θα αποτελέσει τον κατεξοχήν  χώρο των πολιτικών κρατουμένων, βασικών φορέων της υπό εξέταση μαρτυρίας. Η μελέτη της φύσης και της θέσης που καταλαμβάνει το στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας στην πορεία ενός, αρχικά ευαγγελικού, πολιτικού συστήματος και μιας κοινωνίας ανθρώπων προς τον απόλυτο ολοκληρωτισμό, συνυφαίνεται, ως ένα σημαντικό βαθμό, με τη μελέτη της μαρτυρίας που παρήχθη εντός του. Το αλβανικό γκουλάγκ, ως απότοκο του σταλινικού, σηματοδοτεί αντιστρόφως τη μετάβαση ενός ολοκληρωτικού δικαστικού συστήματος προς πιο βίαιες μορφές κολασμού για τους υπηκόους του, καθιστώντας το κράτος πολιτισμικά και ανθρωπιστικά εκβαρβαρισμένο.
Πέντε εκατομμύρια εικοσιπέντε χιλιάδες χρόνια υπολογίζεται ότι είναι περίπου ο συνολικός αριθμός των ποινικών ετών φυλάκισης, εξορίας και εγκλεισμού σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας που επέβαλλαν τα δικαστήρια του κομμουνιστικού καθεστώτος σε, σχεδόν, εφτακόσιες είκοσι χιλιάδες πολίτες  -γύρω στο ένα τέταρτο του πληθυσμού- της Κομμουνιστικής Αλβανίας[3]. Παράλληλα, εκδόθηκαν από τις δικαστικές αρχές πέντε χιλιάδες πεντακόσιες εβδομήντα εφτά θανατικές καταδίκες χωρίς να συνυπολογίζεται ο αριθμός των θανάτων στις φυλακές, τα στρατόπεδα και στους τόπους εξορίας που εκτοξεύει δραματικά τα ποσοστά. Ο ακριβής υπολογισμός των θυμάτων καθίσταται αδύνατος καθώς, σημειωτέον, η Αλβανία παραμένει ακόμη, κατά τη στιγμή συγγραφής αυτής της μελέτης, το μόνο πρώην σοσιαλιστικό κράτος της Ανατολικής Ευρώπης που δεν έχει θεσμοθετήσει το νομικό πλαίσιο ανοίγματος των μυστικών αρχείων του προηγούμενου καθεστώτος.
Κατά τον ιστορικό, πρώην πολιτικό κρατούμενο, Agim Musta, η ιστορία του κομμουνιστικού καθεστώτος της Αλβανίας είναι συνυφασμένη με την ιστορία του συστήματος στρατοπέδων της. Στη μελέτη του Οι φυλακές στο κράτος-φυλακή[4] διαπιστώνει την ύπαρξη τριών βασικών τεχνικών κολασμού, πέραν της θανατικής ποινής, για την κατηγορία του πολιτικού εγκλήματος (krime politike): τη φυλακή, τις ζώνες ή στρατόπεδα εξορίας και τα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας διάσπαρτα κατά μήκος της χώρας, άλλοτε στα περίχωρα των πόλεων -στο οπτικό πεδίο των πολιτών- και άλλοτε καταχωνιασμένα στις δύσβατες ορεινές χαράδρες του παγωμένου Βορρά.
Ας σημειωθεί ότι η οικοδόμηση και η κατασκευή της συντριπτικής πλειοψηφίας των δημόσιων έργων της χώρας προήλθε από την καταναγκαστική εργασία των πολιτικών κρατουμένων του καθεστώτος. Τα περισσότερα από αυτά τα στρατόπεδα, κυρίως κατά τη δεκαετία του 1960, μετακινούνταν ανάλογα με το γενικότερο σχέδιο υποδομών του πενταετούς πλάνου που καταρτιζόταν στο εκάστοτε συνέδριο του Κόμματος. Γι αυτόν ακριβώς το λόγο, ο Maks Velo χαρακτηρίζει όλες τις σοσιαλιστικές δημόσιες κατασκευές ως απομεινάρια της βίας και του εξαναγκασμού: «Τα βιομηχανικά συμπλέγματα, τα μηχανουργεία, τα εργοστάσια είναι τα ορατά ανενταφίαστα πτώματα του σοσιαλισμού. Αυτά τα έργα του πενταετούς πλάνου είναι προϊόν μιας ειλωτικής εργασίας ενός παραληρηματικού συστήματος. Αυτά μπορούν να συγκριθούν μόνο με τις πυραμίδες. Αυτές οι γιγάντιες κατασκευές είναι τα απολιθώματα μιας πρωτόγονης περιόδου σ’ έναν μοντέρνο καιρό»[5].
Συνήθως, κάποιος κατηγορούμενος ως «πολιτικός εγκληματίας» από το καθεστώς θα βίωνε την εμπειρία και των τριών μορφών κολασμού που ορίζει ο Musta, μια εμπειρία «θανατοπολιτικής» όπου οι συνθήκες εγκλεισμού, ακόμα και ο θάνατος των ανθρώπων, όπως το θέτει ο Olivier Razac στο δοκίμιό του για την πολιτική ιστορία του συρματοπλέγματος, είναι αδιαχώριστα «από την έσχατη υποτίμησή τους και από τον μετασχηματισμό τους σε μια απανθρωποποιημένη ζώσα/επιβιώνουσα ύλη»[6].



[1] Rossi P., Περί Ποινικού Δικαίου, 1829.
[2] Ο.π., Foucault.
[3] Kaso Pëllumb - Sula Haxhi,  Diktatura : Akuza dhe apologjia : 2.400.000 vite burg, 600.000 vite internim,2.025.000 vite pune e detyruar, Tirane : Alta, 1995. Ο αριθμός αυτός αφορά και στις οικογένειες των άμεσα καταδικασθέντων που υπόκειντο σε μακρόχρονη εξορία. Σύμφωνα με άλλους μελετητές, όπως ο Musta και ο Zhiti, ο αριθμός μπορεί να είναι μικρότερος.
[4] Musta  Agim, Burgjet e shtetit-burg: historia e shkurtër e burgjeve shqiptare të kohës së diktaturës komuniste, bot. Toena, Tiranë 1999.
[5] Velo Maks, Ese për diktaturën-Essay on Communist Dictatorship,  Shtëpia Botuese "55",  Tiranë 2003, σ. 28.
[6] Razac Olivier, Πολιτική ιστορία του συρματοπλέγματος : Το λιβάδι, το χαράκωμα, το στρατόπεδο, μτφρ. Διονύσης Παπαδουκάκης, Αθήνα : Βάνιας, 2008.